Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Βουτώντας ένα ντόνατ στο χρηματιστήριο

Το λαμπερό φως μιας λάμπας πυρακτώσεως ,παθητική και παρακμιακή ,με ενθουσιώδη ζουζούνια να περιστρέφονται σχεδόν τροχιακά ,αναδίδει κάτι από μια μοιρολατρική μάχη μάζας και ιδανικών ,συνεπαγόμενων φυσικά την τρομακτική αντίληψη μιας κακόφημης  αλήθειας .Ο -αναγόμενος σε προσωπική  επέλαση υιοθετούμενων  αφελώς ,ανούσιων προτύπων ,καταδικασμένων εκ των διαφημιστών στην επιτυχία -καταναλωτισμός, αφήνει μια γλυκόπικρη ανάσα ενός πολιτισμού ντόνατ ,βυθισμένου στη σοκολάτα μιας εταιρικής επένδυσης και στη συνέχεια στον καφέ που προϊδεάζει την αβυσσώδη και φρικώδη  κάθοδο των μετοχών της προσωπικότητας του λερωμένου, ηθικά και ουσιαστικά ,λόγω σοκολάτας ,διότι απλούστατα, εσύ ,δεν ανταποκρινόσουν στην αυτοσυγκράτησή σου και καταβρόχθιζες, σχεδόν ρουφούσες τον θερμιδογόνο ψυχοφθόρο παράγοντα που επιβλήθηκε σε μια ριπή ανέμου χαϊδεύοντας ηδονικά γυαλιστερά νομίσματα.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Εσκεμμένος παραλογισμός

Παραλυτικά δεμένος στην απόλυτα περιοριστική ακινησία μιας ονειρώδους πραγματικότητας, προέβαλλε επί ώρα ηδονιστικά τα γεγονότα μιας προσωπικής σταύρωσης, που κυρίευε τη μελαγχολική ζωή του. Βρίσκοντας οπτική ανταπόκριση στα μνημονικά ερεθίσματα, εξαΰλωνε, σαν γνήσιος εραστής των πεποιθήσεων, την έμπρακτη θλίψη μιας θλιβερής ριπής πυρών μεταξύ δύο ανθρώπινων όντων, που, στα μάτια του διέγειρε κάτι ανάμεσα σε οίκτο και ανάγκη για ολική  καταστροφή.

Ανήσυχοι περιπατητές

  Οι αναζητητές ενός ιδεατού κόσμου οδοιπορούν σε μελωμένα μονοπάτια ονειρικών παραστάσεων.   Απόκοσμα εκφράζουν σύνεση, λουσμένοι στην πυρετώδη θάλασσα. Νεκρικά προσωπεία πάγου, διάτρητα από ανήσυχα σταγονίδια βροχής.   Στόμα ξεχειλίζει μυστικά, εκστατικό στην ομολογία του οράματος, που υφαίνεται στα ταραγμένα νερά μιας πηγής.   Βουβοί και πλανεμένοι στα ιλαρά κλίματα, με φόντο έναν απέραντο γκρι ουρανό.

Απόρριψη ιδανικών

Ανθολογία των δικών σου σκέψεων. Ψήγματά της ακολουθούν τις μνήμες, μα το ιμπρεσιονιστικό τους ένδυμα, σα ραγισμένο γυαλί μπροστά στα πεταρίζοντα ματόκλαδα, επαρκεί για τον αιώνιο μώλωπα της προσμονής του αναπόφευκτου, του   μέλλοντος. Και τα πρόσωπά τους σε ακολουθούν, στριμωγμένα πίσω από το κεφαλάρι, ακίνητα δίπλα στο κομό, δίχως ανάσα πλάι στο ποτήρι σου, που επί μέρες ραίνει η σκόνη. Και κάποτε κάποτε, σε λούζει   το παγερό τους βλέμμα, τα δάχτυλά σου πιάνουν ψήγματα αιωνιότητας, νεφελώματα των απαρχών του σύμπαντος, απομεινάρια του τέλους του.